ΧΑΤΖΗΜΙΣΙΩΤΙΚΟ (ΧΟΡΟΣ & ΜΕΛΩΔΙΑ) (video)
Είναι βέβαιο πως υπήρξε για μεγάλο χρονικό διάστημα σύγχυση για το τι είναι ο Χατζημισιώτικος χορός, όχι τόσο για τα βήματά του, όσο για τη μελωδία του. Αυτό είναι που παρακίνησε μια ομάδα ανθρώπων του Μορφωτικού Συλλόγου Στεφανοβικείου «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ», με μπροστάρη τον Καθηγητή Φυσικής Αγωγής και Δάσκαλο Παραδοσιακών Χορών, Στάθη Μανούσιο, να αρχίσει με προσεκτικά βήματα μια έρευνα που θα συντελούσε στο ξεκαθάρισμα αυτό. Κάλεσε αρκετούς κατοίκους του χωριού, άνδρες, οι οποίοι κατέθεσαν στις πολλές συναντήσεις που έγιναν, την άποψή τους για την μελωδία του χορού και την κινητική του δομή.
Ιδιαίτερη σημασία για την μελωδία δόθηκε, όπως είναι φυσικό και λογικό, στα όσα είπαν οι ντόπιοι μουσικοί. Αυτοί που παλιά ήταν παρόντες σε κάθε γάμο και πανηγύρι διασκεδάζοντας όχι μόνο τους Χατζημισιώτες αλλά και τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής. Για την κινησιολογία δε του χορού, τους άκουσαν και τους είδαν όλους μαζί.
Όσα είχαν να πούνε και να δείξουνε, καταγράφηκαν με σύγχρονα τεχνικά μέσα, έτσι ώστε να μπορεί να ανατρέχει κανείς σε αυτά όποτε χρειάζεται αλλά και να πιστοποιείται η εγκυρότητα όσων παρουσιάσθηκαν πολλές φορές έκτοτε.
Η μελωδία λοιπόν είναι ένας αυτοσχεδιασμός τον οποίο έπαιζε ο αείμνηστος Βασίλης Τρομάρας, γνωστό κλαρίνο της περιοχής και κάτοικος Βελεστίνου. Η αρχική προέλευσή της όμως δεν είναι ξεκάθαρη και επ’ αυτού δεν μπορεί κάποιος να πάρει θέση. Ο κος Βασίλης Κουκουτσέλος που υπήρξε μαθητής του Τρομάρα, έμαθε τη μελωδία από το δάσκαλό του, και μαζί με τους υπόλοιπους μουσικούς του χωριού την έπαιζαν, αρχικά στους γάμους, και στη συνέχεια σε πανηγύρια και άλλες εκδηλώσεις του τόπου.
Όχι όμως μόνον εδώ. Από το Πήλιο έως τα όρια της Κατερίνης και τα νότια όρια του Αλμυρού, όπου και να έπαιζαν, δεχόντουσαν την παραγγελιά:
«παίξτε μας το Χατζημισιώτικο». Ενώ στο Στεφανοβίκειο οι ντόπιοι έλεγαν «παίξτε μας τον Τσιφτέ».
Σύμφωνα με τον κο Βασίλη Σαλαγά, διευθυντή της Δημοτικής Μουσικής Σχολής, η μελωδία του Χατζημισιώτικου έχει δίσημο μουσικό μέτρο και κλίμακα σε ήχο πλάγιο 2ο. Χρησιμοποιώντας αυτή την κλίμακα και προσθέτοντας το δικό τους μουσικό ύφος κάποιοι μη ντόπιοι οργανοπαίκτες συνέβαλαν στη σύγχυση λέγοντας πως παίζουν το Χατζημισιώτικο.
Ένα άλλο γεγονός που έκανε και κάνει ορισμένους, ειδικούς και μη, να αντιδρούν στο άκουσμα "Χατζημισιώτικος", είναι πως μπερδεύουν το σόλο του Βασίλη Σαλαγά, με το Χατζημισιώτικο. Το σόλο είναι μια προσωπική δημιουργία του ιδίου και δεν πρέπει να το συγχέουμε με τον Τσιφτέ. Άλλωστε ούτε ο ίδιος επιθυμεί κάτι τέτοιο.
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του Τσιφτέ είναι πως στους γάμους του χωριού αποτελούσε το γύρισμα θα λέγαμε, η την συνέχεια στην πολύ γνωστή Πηλιορείτικη πατινάδα. Κατά τα λεγόμενα των μουσικών μας, η αγάπη του κόσμου για τον Τσιφτέ, έκανε τους ίδιους να γυρίζουν στον Τσιφτέ ακόμη και όταν παίζανε «συρτά», είτε κατόπιν παραγγελιάς είτε και μόνοι τους για να ανεβάσουν το κέφι.
Και τώρα λίγα λόγια για το κινητικό μέρος του χορού:
Όπως ειπώθηκε προηγουμένως, ο Τσιφτές στους γάμους του χωριού παιζόταν ως γύρισμα στην Πηλιορείτικη Πατινάδα. Τα βήματά του λοιπόν δεν διαφέρουν από αυτά της Πατινάδας μιας και οι χορευτές και στις δυο περιπτώσεις χόρευαν με το ίδιο μουσικό μέτρο. Η διαφορά τους όμως βρίσκεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Χατζημισιώτικου χορού, όπως το πιάσιμο των χορευτών από τον ώμο, και την κίνηση όλων μαζί σε ευθεία γραμμή με φορά εμπρός – πίσω – επιτόπια βήματα και αλλαγές μετώπου.
Αυτά εξηγούνται από το ότι οι μπράτιμοι, συνοδεύοντας πρώτα το σόι του Γαμπρού προς το σπίτι της Νύφης και ύστερα όλο το γάμο προς την εκκλησία, πήγαιναν μπροστά και καθόριζαν την ταχύτητα της μετάβασης χορεύοντας σε διαφορετικές κατευθύνσεις.
Αργότερα, στην πορεία του χρόνου, καθώς ο Τσιφτές παιζόταν και στα πανηγύρια, αυτοτελής η ως γύρισμα στα συρτά, άλλαξε η ταχύτητά του και τα βήματά του έγιναν βήματα Συρτού με σταύρωμα πίσω και εμπρός. Η λαβή όμως παρέμεινε στους ώμους.
Εκτός όμως της έρευνας για όλα τα παραπάνω, έγινε και ηχογράφηση του Χατζημισιώτικου. Με την επιμέλεια του κου Βασίλη Σαλαγά οι μουσικοί ηχογράφησαν στη Δημοτική Μουσική Σχολή μια μελωδία που το πρώτο μέρος της είναι Πηλιορείτικη Πατινάδα και το δεύτερο Τσιφτές. Ότι δηλαδή έπαιζαν στους γάμους από τη δεκαετία του ‘50.
Έτσι κλείνει η παρουσίαση του Χατζημισιώτικου, χορού και μελωδίας, για την οποία συνεισέφεραν πάρα πολλοί αλλά ιδιαίτερα
οι οργανοπαίκτες, Βασίλης Κουκουτσέλος, Ανδρέας Ακριβούσης, Κώστας Σαλαγάς και Μαργαρίτης Λαδέρης
οι χορευτές Ακριβούσης Χριστόφορος, Κολοβός Κωνσταντίνος, Κουτσιαρής Θανάσης, Παλαβάκης Αποστόλης, Νακόπουλος Στέφανος, Καρατζιώλης Φώτης και Γιάννης Γκοντισόπουλος
καθώς επίσης και οι κοι Στέλιος Νακόπουλος, Στέλιος Τσιότρας, Αλέκος Περιστερόπουλος και Γιώργος Μπαρτζιάλης με τις πολύτιμες μαρτυρίες τους όπως επίσης
ο κος Βασίλης Σαλαγάς, μουσικός, που παλεύει χρόνια για την υπόθεση του Χατζημισιώτικου.
Είναι βέβαιο πως υπήρξε για μεγάλο χρονικό διάστημα σύγχυση για το τι είναι ο Χατζημισιώτικος χορός, όχι τόσο για τα βήματά του, όσο για τη μελωδία του. Αυτό είναι που παρακίνησε μια ομάδα ανθρώπων του Μορφωτικού Συλλόγου Στεφανοβικείου «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ», με μπροστάρη τον Καθηγητή Φυσικής Αγωγής και Δάσκαλο Παραδοσιακών Χορών, Στάθη Μανούσιο, να αρχίσει με προσεκτικά βήματα μια έρευνα που θα συντελούσε στο ξεκαθάρισμα αυτό. Κάλεσε αρκετούς κατοίκους του χωριού, άνδρες, οι οποίοι κατέθεσαν στις πολλές συναντήσεις που έγιναν, την άποψή τους για την μελωδία του χορού και την κινητική του δομή.
Ιδιαίτερη σημασία για την μελωδία δόθηκε, όπως είναι φυσικό και λογικό, στα όσα είπαν οι ντόπιοι μουσικοί. Αυτοί που παλιά ήταν παρόντες σε κάθε γάμο και πανηγύρι διασκεδάζοντας όχι μόνο τους Χατζημισιώτες αλλά και τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής. Για την κινησιολογία δε του χορού, τους άκουσαν και τους είδαν όλους μαζί.
Όσα είχαν να πούνε και να δείξουνε, καταγράφηκαν με σύγχρονα τεχνικά μέσα, έτσι ώστε να μπορεί να ανατρέχει κανείς σε αυτά όποτε χρειάζεται αλλά και να πιστοποιείται η εγκυρότητα όσων παρουσιάσθηκαν πολλές φορές έκτοτε.
Η μελωδία λοιπόν είναι ένας αυτοσχεδιασμός τον οποίο έπαιζε ο αείμνηστος Βασίλης Τρομάρας, γνωστό κλαρίνο της περιοχής και κάτοικος Βελεστίνου. Η αρχική προέλευσή της όμως δεν είναι ξεκάθαρη και επ’ αυτού δεν μπορεί κάποιος να πάρει θέση. Ο κος Βασίλης Κουκουτσέλος που υπήρξε μαθητής του Τρομάρα, έμαθε τη μελωδία από το δάσκαλό του, και μαζί με τους υπόλοιπους μουσικούς του χωριού την έπαιζαν, αρχικά στους γάμους, και στη συνέχεια σε πανηγύρια και άλλες εκδηλώσεις του τόπου.
Όχι όμως μόνον εδώ. Από το Πήλιο έως τα όρια της Κατερίνης και τα νότια όρια του Αλμυρού, όπου και να έπαιζαν, δεχόντουσαν την παραγγελιά:
«παίξτε μας το Χατζημισιώτικο». Ενώ στο Στεφανοβίκειο οι ντόπιοι έλεγαν «παίξτε μας τον Τσιφτέ».
Σύμφωνα με τον κο Βασίλη Σαλαγά, διευθυντή της Δημοτικής Μουσικής Σχολής, η μελωδία του Χατζημισιώτικου έχει δίσημο μουσικό μέτρο και κλίμακα σε ήχο πλάγιο 2ο. Χρησιμοποιώντας αυτή την κλίμακα και προσθέτοντας το δικό τους μουσικό ύφος κάποιοι μη ντόπιοι οργανοπαίκτες συνέβαλαν στη σύγχυση λέγοντας πως παίζουν το Χατζημισιώτικο.
Ένα άλλο γεγονός που έκανε και κάνει ορισμένους, ειδικούς και μη, να αντιδρούν στο άκουσμα "Χατζημισιώτικος", είναι πως μπερδεύουν το σόλο του Βασίλη Σαλαγά, με το Χατζημισιώτικο. Το σόλο είναι μια προσωπική δημιουργία του ιδίου και δεν πρέπει να το συγχέουμε με τον Τσιφτέ. Άλλωστε ούτε ο ίδιος επιθυμεί κάτι τέτοιο.
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του Τσιφτέ είναι πως στους γάμους του χωριού αποτελούσε το γύρισμα θα λέγαμε, η την συνέχεια στην πολύ γνωστή Πηλιορείτικη πατινάδα. Κατά τα λεγόμενα των μουσικών μας, η αγάπη του κόσμου για τον Τσιφτέ, έκανε τους ίδιους να γυρίζουν στον Τσιφτέ ακόμη και όταν παίζανε «συρτά», είτε κατόπιν παραγγελιάς είτε και μόνοι τους για να ανεβάσουν το κέφι.
Και τώρα λίγα λόγια για το κινητικό μέρος του χορού:
Όπως ειπώθηκε προηγουμένως, ο Τσιφτές στους γάμους του χωριού παιζόταν ως γύρισμα στην Πηλιορείτικη Πατινάδα. Τα βήματά του λοιπόν δεν διαφέρουν από αυτά της Πατινάδας μιας και οι χορευτές και στις δυο περιπτώσεις χόρευαν με το ίδιο μουσικό μέτρο. Η διαφορά τους όμως βρίσκεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Χατζημισιώτικου χορού, όπως το πιάσιμο των χορευτών από τον ώμο, και την κίνηση όλων μαζί σε ευθεία γραμμή με φορά εμπρός – πίσω – επιτόπια βήματα και αλλαγές μετώπου.
Αυτά εξηγούνται από το ότι οι μπράτιμοι, συνοδεύοντας πρώτα το σόι του Γαμπρού προς το σπίτι της Νύφης και ύστερα όλο το γάμο προς την εκκλησία, πήγαιναν μπροστά και καθόριζαν την ταχύτητα της μετάβασης χορεύοντας σε διαφορετικές κατευθύνσεις.
Αργότερα, στην πορεία του χρόνου, καθώς ο Τσιφτές παιζόταν και στα πανηγύρια, αυτοτελής η ως γύρισμα στα συρτά, άλλαξε η ταχύτητά του και τα βήματά του έγιναν βήματα Συρτού με σταύρωμα πίσω και εμπρός. Η λαβή όμως παρέμεινε στους ώμους.
Εκτός όμως της έρευνας για όλα τα παραπάνω, έγινε και ηχογράφηση του Χατζημισιώτικου. Με την επιμέλεια του κου Βασίλη Σαλαγά οι μουσικοί ηχογράφησαν στη Δημοτική Μουσική Σχολή μια μελωδία που το πρώτο μέρος της είναι Πηλιορείτικη Πατινάδα και το δεύτερο Τσιφτές. Ότι δηλαδή έπαιζαν στους γάμους από τη δεκαετία του ‘50.
Έτσι κλείνει η παρουσίαση του Χατζημισιώτικου, χορού και μελωδίας, για την οποία συνεισέφεραν πάρα πολλοί αλλά ιδιαίτερα
οι οργανοπαίκτες, Βασίλης Κουκουτσέλος, Ανδρέας Ακριβούσης, Κώστας Σαλαγάς και Μαργαρίτης Λαδέρης
οι χορευτές Ακριβούσης Χριστόφορος, Κολοβός Κωνσταντίνος, Κουτσιαρής Θανάσης, Παλαβάκης Αποστόλης, Νακόπουλος Στέφανος, Καρατζιώλης Φώτης και Γιάννης Γκοντισόπουλος
καθώς επίσης και οι κοι Στέλιος Νακόπουλος, Στέλιος Τσιότρας, Αλέκος Περιστερόπουλος και Γιώργος Μπαρτζιάλης με τις πολύτιμες μαρτυρίες τους όπως επίσης
ο κος Βασίλης Σαλαγάς, μουσικός, που παλεύει χρόνια για την υπόθεση του Χατζημισιώτικου.